- προσπεριειλήφασι
- προσπερϊειλήφᾱσι , προσπεριλαμβάνωembraceperf ind act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσπεριλαμβάνω — Α [περιλαμβάνω] συμπεριλαμβάνω κάποιον ή κάτι ακόμη («ἑτέρας ποιοῡνται συνθήκας, ἐν αἷς προσπεριειλήφασι Καρχηδόνιοι Τυρίους», Πολ.) … Dictionary of Greek